- ὑποδιδάσκαλος
- ὑποδιδάσκαλοςunder-teachermasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υποδιδάσκαλος — ο / ὑποδιδάσκαλος, ΝΑ νεοελλ. (παλαιότερα) κατώτερος βαθμός δασκάλου σε σχολεία με μικρό αριθμό μαθητών, γραμματοδιδάσκαλος αρχ. δευτερεύων δάσκαλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + διδάσκαλος] … Dictionary of Greek
ὑποδιδασκάλων — ὑποδιδάσκαλος under teacher masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Johann Otho — oder Johannes Hoste oder Oeste (* um 1520 in Brügge; † 6. Juni 1581 in Duisburg) war ein flämischer Humanist, Pädagoge, Kartograf und Gelehrter. Inhaltsverzeichnis 1 Leben 1.1 Gent 1.2 Duisburg … Deutsch Wikipedia
δάσκαλος — και διδάσκαλος, ο (θηλ. δασκάλα και δασκάλισσα και διδασκάλισσα, η) (AM διδάσκαλος, ο, η) 1. όποιος έχει ως επάγγελμα να διδάσκει άλλους, κυρίως τις πρώτες, απαραίτητες γνώσεις 2. αυτός που διδάσκει και προκαλεί αλλαγές («ο πόλεμος... βίαιος… … Dictionary of Greek
υποδιδακτής — ὁ, Α υποδιδάσκαλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + διδάσκω] … Dictionary of Greek
υπόσχολος — ὁ, Α υποδιδάσκαλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + σχολος (< σχολή), πρβλ. πρό σχολος] … Dictionary of Greek
ipodidascăl — ipodidáscăl ( li), s.m. – Învăţător de şcoală primară, învăţător pentru începători. – var. ipodidascal. ngr. ὑποδιδάσϰαλος (Gáldi 200). sec. XVIII, înv. Trimis de blaurb, 09.01.2008. Sursa: DER … Dicționar Român